Παράλογα τείχη- Αλμπέρ Καμύ

Ένα ακόμη απόσπασμα από τον σπουδαίο συγγραφέα Αλμπέρ Καμύ, που με την αιχμηρή του σκέψη κόβει την καθημερινότητα μας και ψυχαναλύει τη συμπεριφορά του παραλόγου που μας βρίσκει απροετοίμαστους τις περισσότερες φορές. Άραγε θα μπορούσε το εκπαιδευτικό σύστημα να ενσωματώσει τέτοια αποστάγματα σοφίας και να τα μεταλαμπαδεύσει στους νέους μας, που ψάχνουν διεξόδους στα πνευματικά τους αδιέξοδα;

sisyphus

Τα βαθιά συναισθήματα, όπως τα μεγάλα έργα, έχουν πάντα μεγαλύτερη σημασία απ’ αυτή που έχουν συνειδητοποιήσει πως εκφράζουν. Η συμπάθεια ή αντιπάθεια που νοιώθει μια ψυχή για κάτι οφείλεται στις συνήθειες της σκέψης ή της δράσης κι ακολουθεί τις συνέπειες που η ίδια η ψυχή αγνοεί. Τα μεγάλα συναισθήματα κουβαλάνε μαζί τους τον υπέροχο ή άθλιο κόσμο τους. Φωτίζουν με το πάθος τους έναν υπέροχο κόσμο όπου ξαναβρίσκουν το κλίμα τους. Υπάρχει ένας  κόσμος ζήλειας, φιλοδοξίας, εγωισμού ή γενναιότητας. Ένας κόσμος, δηλαδή μια μεταφυσική και πνευματική στάση. Αυτό που ισχύει για τα ήδη καθορισμένα συναισθήματα ισχύει, ακόμα πιο πολύ, για τις συγκινήσεις που βασικά είναι τόσο ακαθόριστες και συγχρόνως τόσο «καθορισμένες», τόσο μακρινές και τόσο «κοντινές» με τις συγκινήσεις που μας προσφέρουν την ομορφιά ή μας προκαλούν το συναίσθημα του παράλογου.

Το συναίσθημα του παράλογου μπορεί να χτυπήσει στο πρόσωπο οποιονδήποτε άνθρωπο στη στροφή οποιουδήποτε δρόμου. Μέσα στην τρομερή του γύμνια, στο χωρίς λάμψη φως του, είναι ασύλληπτο. Αλλά αξίζει να σκεφτούμε πάνω σ’ αυτό. Μάλλον είναι αλήθεια το ότι ένας άνθρωπος μας μένει άγνωστος για πάντα, το ότι σ’ αυτόν υπάρχει κάτι για πάντα ακαθόριστο. Γνωρίζω όμως τους ανθρώπους πρακτικά και τους γνωρίζω απ’ τη συμπεριφορά τους, απ’ τις πράξεις τους, απ’ τις συνέπειες που έχει στη ζωή το πέρασμά τους. Με τον ίδιο τρόπο μπορώ να καθορίσω πρακτικά όλα τα ακαθόριστα συναισθήματα που η ανάλυση δε θα μπορούσε να έχει καμιά επίδραση πάνω τους, να τα εξετάσω πρακτικά, να σκεφτώ τις συνέπειές τους, να συλλάβω και να καταγράψω κάθε τους μορφή, δημιουργώντας έτσι τον κόσμο τους.

Καμιά φορά, οι μεγάλες πράξεις κι οι μεγάλες σκέψεις αρχίζουν κάπως αστεία. Τα μεγάλα έργα γεννιούνται συχνά στη στροφή κάποιου δρόμου ή στο καθάρισμα ενός καφενείου. Έτσι και με το παράλογο. Περισσότερο από κάθε άλλον, ο παράλογος κόσμος έχει τις ρίζες του σ’ αυτή την άθλια γέννηση. Όταν μερικές φορές, σε μια ερώτηση που αφορά τις σκέψεις σου απαντάς: «τίποτε», ίσως να προσποιείσαι. Οι αγαπημένες υπάρξεις το ξέρουν καλά. Αν όμως η απάντηση αυτή είναι ειλικρινής, αν εκφράζει αυτό το μοναδικό ψυχικό συναίσθημα της σιωπηλής ευγλωττίας που σπάζει την αλυσίδα των καθημερινών χειρονομιών ενώ η καρδιά ψάχνει μάταια να βρει τον κρίκο που θα την ξανασυνδέσει, τότε αυτό φαίνεται πως είναι το πρώτο σημάδι του παραλογισμού.

Καμιά φορά τα σκηνικά καταρρέουν. Ξύπνημα, συγκοινωνία, τέσσερις ώρες γραφείο ή εργοστάσιο, γεύμα, συγκοινωνία, τέσσερις ώρες δουλειά, φαγητό, ύπνος και Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο, αυτός ο κύκλος επαναλαμβάνεται εύκολα στον ίδιο ρυθμό τον περισσότερο καιρό. Μια μέρα όμως γεννιέται το «γιατί» κι όλα αρχίζουν σ’ αυτή την πληκτική κούραση. «Αρχίζουν», αυτό είναι ενδιαφέρον. Στο τέλος μιας μηχανικής ζωής έρχεται η κούραση, την ίδια όμως στιγμή βάζει σε κίνηση τη συνείδηση. Τη σηκώνει απ’ τον ύπνο και προξενεί τη συνέχεια. Η συνέχεια είναι η ασυνείδητη επιστροφή στην αλυσίδα ή η οριστική αφύπνιση. Στο τέλος της αφύπνησης βρίσκεται το αποτέλεσμα που φτάνει με τον καιρό: αυτοκτονία ή αναθεώρηση. Η κούραση κλείνει μέσα της κάτι το αποκαρδιωτικό. Εδώ, είμαι υποχρεωμένος να πω πως είναι καλή. Γιατί με τη συνείδηση αρχίζουν όλα και μονάχα αυτή αξίζει. Οι παρατηρήσεις αυτές δεν έχουν καμιά πρωτοτυπία. Είναι όμως φανερές: κι αυτό φτάνει γιατί μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίσουμε καθολικά το παράλογο στις πηγές του. Με το «ενδιαφέρον» αρχίζουν όλα.

__________________________________________________________

πηγή: Ο μύθος του Σίσυφου, Αλμπέρ Καμύ

παλιότερα άρθρα για τον Καμύ:

Ο μύθος του Σίσιφου

Αφιέρωμα στον Αλμπέρ Καμύ

Ο μύθος του Σίσυφου – Αλμπέρ Καμύ

Ακολουθούν μερικά αποσπάσματα από το δοκίμιο «Ο μύθος του Σίσυφου-δοκίμιο πάνω στο παράλογο» του υπέροχου Αλμπέρ Καμύ. Η γνωριμία μου με τον φιλόσοφο Καμύ έγινε τυχαία μιας και ο επίσης αγαπημένος συγγραφέας Βασίλης Ραφαηλίδης τον αναφέρει ως δάσκαλό του σε ένα από τα βιβλία του οπότε έψαξα και βρήκα την βιβλιογραφία του και οφείλω να ομολογήσω πως ο Καμύ με εκφράζει περισσότερο από άλλους φιλοσόφους. Το πρώτο άρθρο που είχα γράψει για τον Καμύ μπορείτε να το δείτε εδώ.

Το παρακάτω δοκίμιο είναι μια κριτική απέναντι στις μονολιθικές αλήθειες της ζωής μας.  Ο χρόνος,- το σήμερα, το χθες, το αύριο κάτω από την κριτική σκέψη του Καμύ πέρνουν μια διαφορετική όψη. Λέμε πως γνωρίζουμε τον κόσμο, πως γνωρίζουμε τον εαυτό μας, τα θέλω μας, τα πιστεύω μας όμως είναι αλήθεια ή μήπως καθημερινά αναθεωρούμε τα πάντα, ακόμη και την άποψη για τον ίδιο μας τον εαυτό; Η λογική του παραλόγου έχει εισχωρήσει στον σύγχρονο τρόπο ζωής μας και έχει γίνει δεύτερη φύση μας.

Μέσα από την καθημερινότητα μας ξεχνάμε τα σημαντικά και απασχολούμαστε με τα ασήμαντα και αδιάφορα της ζωής. Δίνουμε στους άλλους μα και στον εαυτό μας ψευδείς υποσχέσεις για το μέλλον- όπου μεταθέτουμε τις στιγμές ευτυχίας μας, τις στιγμές που πραγματικά αξίζουν για να τακτοποιήσουμε τα καθημερινά μας προβλήματα και αν ξαφνικά μας έδινε κάποιος ένα μέσο για να αντιληφθούμε τα πράγματα από την ρεαλιστική τους  πλευρά κι όχι μέσα από τη συναισθηματική μας «όραση» θα γελούσαμε με την ασημαντότητά τους. Και τελικά έρχεται μια μέρα που δεν έχει επιστροφή, μια ημέρα που έχουμε ελάχιστους χτύπους στο ρολόι της ζωής μας και δεν έχουμε προλάβει καν να πούμε ένα σ’αγαπώ στους ανθρώπους που αγαπάμε, δεν έχουμε προλάβει να ζήσουμε ένα ηλιοβασίλεμα αγκαλιά με τον σύντροφό μας, πιασμένοι χέρι-χέρι σε μια άγνωστη παραλία, δεν έχουμε προλάβει να δώσουμε μα και να πάρουμε χαμόγελα από τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε και αναπνέουμε..

Ακολουθούν τα αποσπάσματα :

«… Όλες τις μέρες μιας άφεγγης ζωής ο χρόνος μας ανέχεται. Έρχεται όμως πάντα η στιγμή που πρέπει να τον ανεχτούμε και να τον υπομείνουμε εμείς. Ζούμε με το μέλλον: «αύριο», «αργότερα», «όταν σου δοθεί μια ευκαιρία», «με τον καιρό θα καταλάβεις». Αυτές οι ανακολουθίες είναι περίεργες αφού θα πεθάνουμε. Αλλά φτάνει η μέρα που ο άνθρωπος διαπιστώνει πως είναι τριάντα χρονών.  Επιβεβαιώνει έτσι τη νιότη του. Την ίδια όμως στιγμή συγκρίνει τον εαυτό του με το χρόνο. Παίρνει θέση μέσα σ’ αυτόν. Αναγνωρίζει πως βρίσκεται σε μια κρίσιμη στιγμή και παραδέχεται πως έχει χρέος να την περάσει. Ανήκει στο χρόνο και τρομοκρατημένος βλέπει στο πρόσωπο του χρόνου το χειρότερο εχθρό του. Αύριο, επιθυμούσε το αύριο, τη στιγμή που έπρεπε να μην το ήθελε μ’ όλο του το είναι. Αυτή η επανάσταση της σάρκας αποτελεί το παράλογο [Όχι όμως κυριολεκτικά. Δε δίνω έναν ορισμό, απαριθμώ συναισθήματα, ανεκτά απ’ το παράλογο. Αλλά το τέλος της απαρίθμησης δε σημαίνει κι εξάντληση του παράλογου].

Ένα βήμα πιο κάτω και να το παράλογο: βλέπουμε πως ο κόσμος είναι «αδιαπέραστος», προαισθανόμαστε σε ποιο σημείο μας είναι ξένη μια πέτρα, διαπιστώνουμε πως είναι αδύνατο ν’ απλοποιήσουμε τα πράγματα, με πόσο πείσμα μπορεί να μας αντιστέκεται η φύση, ένα τοπίο. Στο βάθος κάθε ομορφιάς υπάρχει κάτι το απάνθρωπο και οι λόφοι, ο γλυκός ουρανός, τα δέντρα χάνουν την ίδια στιγμή το ψεύτικο νόημα που τους δίναμε, γίνονται πιο μακρινά κι από ένα χαμένο παράδεισο. Η πανάρχαιη σκληρότητα του κόσμου, περνώντας μέσα από χιλιάδες χρόνια, έρχεται να μας συναντήσει. Για μια στιγμή δεν τη νοιώθουμε, αφού για ένα σωρό αιώνες καταλαβαίναμε μονάχα τις μορφές και τα σχήματα που δίναμε στον κόσμο.

Αλλ’ από δω και στο εξής δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό το τέχνασμα. Ο κόσμος ξαναπαίρνει την πραγματική του μορφή και μας ξεφεύγει. Αυτά, τα από συνήθεια κρυμμένα σκηνικά ξαναπαίρνουν το αληθινό τους πρόσωπο. Απομακρύνονται. Με τον ίδιο τρόπο, υπάρχουν μέρες όπου στο πρόσωπο μιας γνωστής μας, ξαναβρίσκουμε σα μια ξένη, εκείνη που είχαμε αγαπήσει πριν μήνες ή χρόνια και ίσως επιθυμήσουμε αυτό που συχνά μας κάνει να νοιώθουμε τόσο μόνοι. Αλλά δεν ήρθε ακόμα η ώρα. Ένα μονάχα πράγμα πρέπει να έχουμε υπόψη μας: τη μυστικότητα κι ανομοιότητα του κόσμου που αποδεικνύουν το παράλογο…

«Το φθινόπωρο είναι μια δεύτερη άνοιξη, όταν κάθε φύλλο είναι ένα λουλούδι»-Αλμπέρ Καμύ

…Έρχομαι, τέλος, στο θάνατο και στο συναίσθημα που νοιώθουμε γι’ αυτόν. Πάνω σ’ αυτό έχουν λεχθεί τα πάντα και πρέπει ν’ αποφύγουμε το πάθος. Ποτέ, πάντως, δε θα εκπλαγούμε αρκετά επειδή όλος ο κόσμος ζει έτσι, δηλαδή σα «να μην ήξερε κανείς». Αυτό συμβαίνει γιατί η εμπειρία του θανάτου δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Πραγματικά, μια εμπειρία τη δοκιμάζουμε μονάχα όταν τη ζούμε και τη συνειδητοποιούμε. Εδώ, πρέπει να δούμε αν είναι δυνατό να μιλάμε για την εμπειρία του θανάτου των άλλων. Αυτή είναι μια πνευματική άποψη που ποτέ δε δεχτήκαμε. Αυτή η μελαγχολική στάση δεν μπορεί να είναι πειστική. Στην πραγματικότητα, η φρίκη είναι συνυφασμένη μ’ αυτό τούτο το γεγονός.

Αν μας τρομάζει ο χρόνος, μας τρομάζει γιατί αποδεικνύει το αποτέλεσμα που έρχεται. Σ’ αυτό το σημείο, για λίγο τουλάχιστον, όλες οι ωραίες συζητήσεις πάνω στην ψυχή παίρνουν ένα μάθημα απ’ τον αντίπαλό τους. Απ’ αυτό το ασάλευτο κορμί, η ψυχή λείπει. Αυτή η βασική κι οριστική πλευρά του γεγονότος αποτελεί το περιεχόμενο του παράλογου συναισθήματος. Κάτω απ’ το θνητό φως αυτού του πεπρωμένου, εμφανίζεται η ματαιότητα. Καμιά ηθική, καμιά προσπάθεια δε δικαιολογούνται a priori μπροστά στα ανάλγητα μαθηματικά που ρυθμίζουν την ύπαρξή μας.

Το πρώτο βήμα που κάνει το πνεύμα είναι να διακρίνει το αληθινό απ’ το ψεύτικο. Εν τούτοις, η πρώτη ανακάλυψη της σκέψης είναι η αντίφαση. Σ’ αυτό το σημείο, είναι ανώφελο να προσπαθήσω να γίνω πειστικός. Γιατί, εδώ κι αιώνες, κανείς δεν το απέδειξε πιο σωστά απ’ τον Αριστοτέλη: «Μ’ όλους τους ισχυρισμούς συμβαίνει ό,τι πολλές φορές τονίσαμε σαν αναπόδραστη συνέπεια, δηλαδή ότι αυτοί οι ίδιοι αναιρούν τους εαυτούς τους. Γιατί εκείνος που λέει ότι τα πάντα είναι αλήθεια δέχεται και τον αντίθετο του δικού του ισχυρισμό, κι έτσι ο δικός του δε θα είναι αληθινός (γιατί αυτός που παραδέχεται σαν αληθινό τον αντίθετο ισχυρισμό καθιστά ψεύτικο το δικό του).

Αντίθετα, εκείνος που λέει πως όλα είναι ψέμα, διαψεύδει αυτός ο ίδιος τον ισχυρισμό του. Εάν δε ο πρώτος ισχυρίζεται ότι ο αντίθετος του δικού του ισχυρισμός δεν είναι αληθινός, ο δε δεύτερος ότι δεν είναι ψεύτικος μόνο ο δικός του, θα δημιουργηθεί και για τους δυο η προϋπόθεση μιας ατέλειωτης σειράς αληθινών και ψεύτικων ισχυρισμών, γιατί εκείνος που λέει ότι κάποιος αληθινός ισχυρισμός είναι πραγματικά αληθινός, είναι μέσα στην αλήθεια κι αυτό συμβαίνει επ’ άπειρο» [Αριστοτέλη, Μετά τα Φυσικά, Γ8 1012β 13-22]…

..Τα ουσιαστικά στοιχεία του ανθρώπινου δράματος είναι η νοσταλγία της ενότητας, ο πόθος του απόλυτου. Το ότι όμως η νοσταλγία αυτή είναι ένα γεγονός δε σημαίνει πως πρέπει να επαναπαυόμαστε. Εάν, διαβαίνοντας το χάσμα που χωρίζει τον πόθο απ’ την κατάκτηση, διαπιστώσουμε όπως ο Παρμενίδης την ύπαρξη του Ενός (όποιο κι αν είναι), πέφτουμε στη γελοία αντίφαση ενός πνεύματος που διαπιστώνει την απόλυτη ενότητα και με την ίδια του τη διαπίστωση αποδεικνύει τη διαφοροποίησή του και την πολλαπλότητα που ισχυριζόταν πως θ’ απλοποιούσε. Σ’ αυτόν το φαύλο κύκλο οι ελπίδες μας σβήνουν. Όλα αυτά είναι αλήθειες. Θα επαναλάβω, για μια ακόμη φορά, πως το ενδιαφέρον δε βρίσκεται σ’ αυτές αλλά στα συμπεράσματα που μπορούμε να βγάλουμε απ’ αυτές. Γνωρίζω κι άλλη μια αλήθεια: ο άνθρωπος είναι θνητός.

Ωστόσο, πρέπει να έχουμε υπόψη τα πνεύματα που ξεκινώντας απ’ αυτή την αλήθεια κατέληξαν σ’ απόλυτα συμπεράσματα. Σ’ αυτό το δοκίμιο πρέπει να έχουμε αδιάκοπα στο μυαλό μας τη σταθερή διαφορά που υπάρχει ανάμεσα σ’ εκείνο που νομίζουμε πως ξέρουμε, στην πρακτική συγκατάθεση και την εικονική άγνοια η οποία μας κάνει να ζούμε με ιδέες που, αν αποδεικνυόντουσαν αληθινές, θα ‘πρεπε ν’ αναστατώσουν ολόκληρη τη ζωή μας…

…Για ποιόν και για ποιό μπορώ να πω ανεπιφύλακτα: «Αυτό το ξέρω!» Την καρδιά μου μπορώ να την καταλάβω και ξέρω πως υπάρχει. Τον κόσμο, μπορώ να τον αγγίξω και ξέρω, πάλι, πως υπάρχει. Εδώ σταματάει κάθε μου γνώση, τα υπόλοιπα είναι επινοήσεις. Γιατί, αν προσπαθώ να καταλάβω τον εαυτό μου για τον οποίο είμαι σίγουρος, αν προσπαθώ να τον καθορίσω και να τον συνοψίσω, αφήνω το νερό να κυλάει μέσ’ από τα δάκτυλά μου. Μπορώ να περιγράψω μία – μία όλες τις όψεις που ξέρει να παίρνει, ακόμα κι εκείνες που του έχουν αποδώσει, τη μόρφωση, την καταγωγή, την οργή ή τις σιωπές, την αξιοπρέπεια ή μικροπρέπεια.

Αλλά δεν προσθέτουμε πρόσωπα. Ακόμα κι αυτή, η δική μου καρδιά θα μου μείνει άγνωστη για πάντα. Ανάμεσα στη βεβαιότητα που έχω για την ύπαρξή μου και στο νόημα που προσπαθώ να δώσω σ’ αυτή τη βεβαιότητα, υπάρχει ένα κενό που δε θα γεμίσει ποτέ. Ο εαυτός μου θα μου μείνει για πάντα ξένος. Στην ψυχολογία και στη λογική υπάρχουν αλήθειες αλλά λείπει η αλήθεια. Το Σωκρατικό «γνώθι σ’ αυτόν» αξίζει τόσο όσο το «έσο ενάρετος» της εξομολόγησης. Σ» αυτά βλέπουμε πως υπάρχει νοσταλγία και άγνοια. Αποτελούν άσκοπα παιχνίδια επάνω σε σπουδαία θέματα.

Μονάχα μέσα στα πλαίσια που μπορεί κανείς να τα πλησιάσει παίρνουν κάποιο νόημα. Βλέπω ακόμα τα δέντρα που ξέρω τη σύστασή τους, το νερό που δοκιμάζω τη γεύση του. Πώς ν’ αρνηθώ αυτό τον κόσμο αφού υφίσταμαι την επίδρασή του, πώς ν’ αρνηθώ το άρωμα της χλόης και των άστρων, πώς ν’ αρνηθώ τη νύχτα και τις λίγες βραδιές που χαρίζουν στην καρδιά γαλήνη; Κι όμως ολόκληρη η επιστήμη αυτής της γης δε θα με πείσει ποτέ για το ότι αυτός ο κόσμος μου ανήκει…

…Οι απαλές γραμμές των λόφων και το χέρι της νύχτας πάνω σ’ αυτήν τη βασανισμένη καρδιά μου μαθαίνουν πιο πολλά. Ξαναγυρίζω εκεί που βρισκόμουν στην αρχή. Καταλαβαίνω πως η επιστήμη με βοηθάει στο να συλλάβω και ν’ απαριθμήσω τα φαινόμενα. Δε μπορεί όμως να με βοηθήσει στο να εννοήσω τον κόσμο. Ακόμα κι αν είχα αγγίζει ολόκληρο το πρόπλασμά του με το δάκτυλο, πάλι δε θα ‘ξερα τίποτε. Κι εσείς μ’ αναγκάζετε να διαλέξω ανάμεσα σε μια βέβαιη για τον εαυτό της περιγραφή που δε μου μαθαίνει τίποτα, και σ’ αβέβαιες υποθέσεις που ισχυρίζονται πως με διδάσκουν. Γι’ αυτό τον κόσμο και για τον εαυτό μου είμαι ένας ξένος, οπλισμένος σε κάθε περίπτωση με μια σκέψη που απ’ τη στιγμή που διαπιστώνει αρνιέται τον εαυτό της. Γιατί να βρίσκω τη γαλήνη μονάχα στην άγνοια και στο θάνατο, γιατί ο πόθος της κατάκτησης να προσκρούει πάνω σε τείχη που δε δίνουν καμία σημασία στις επιθέσεις του; Θέλω, σημαίνει προκαλώ το παράδοξο. Όλα τα πάντα κάνουν να γεννηθεί αυτή η δηλητηριασμένη γαλήνη, υποθάλπουν την αδιαφορία, τον ύπνο της καρδιάς και την παραίτηση.

Αποφθέγματα περί Ελευθερίας

Να βασιλέψει η ελευθερία . Κι ο ήλιος να μη δύσει ποτέ σε ένα τόσο λαμπρό ανθρώπινο επίτευγμα .

ΝΕΛΣΟΝ ΜΑΝΤΕΛΑ

Σκλάβος είναι αυτός που περιμένει να έρθει κάποιος να τον ελευθερώσει .

ΠΑΟΥΝΤ ΕΖΡΑ

Το δέντρο της ελευθερίας πρέπει να ποτίζεται από καιρού εις καιρόν με το αίμα των πατριωτών και των τυράννων.

ΤΖΕΦΕΡΣΟΝ


Η ελευθερία στην καπιταλιστική κοινωνία παραμένει σχεδόν ίδια με αυτή της αρχαίας ελληνικής δημοκρατίας : ελευθερία για τους ιδιοκτήτες σκλάβων .

ΛΕΝΙΝ

Η ελευθερία ποτέ δεν χαρίζεται από τον καταπιεστή . Πρέπει να απαιτηθεί από τον καταπιεσμένο .

ΜΑΡΤΙΝ ΛΟΥΘΕΡ ΚΙΝΓΚ


Όπου υπάρχει ελευθερία , εκεί είναι η χώρα μου .

ΒΕΝΙΑΜΙΝ ΦΡΑΓΚΛΙΝ

Όποιος μου φέρεται καλά γίνεται ηγέτης μου. Όποιος μου φέρεται σκληρά (αδιαφορεί για τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές μου) γίνεται εχθρός μου.

ΣΑΝ ΣΟΥ

Καθώς οι κοινωνίες παρακμάζουν , παρακμάζει μαζί τους και η γλώσσα . Οι λέξεις χρησιμοποιούνται για να συγκαλύπτουν και όχι για να διαφωτίζουν τις πράξεις : » απελευθερώνεις » μια πόλη καταστρέφοντάς την . Οι λέξεις έχουν στόχο να μπερδέψουν , έτσι ώστε την ώρα των εκλογών οι άνθρωποι θα ψηφίσουν ενάντια στα συμφέροντά τους .

ΓΚΟΡ ΒΙΝΤΑΛ

Η δουλειά φρνει την ελευθερία (από το στρατόπεδο του Άουσβιτς)
"Η δουλειά φέρνει την ελευθερία" (από το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς)

Η τυραννία είναι πάντα καλύτερα οργανωμένη από την ελευθερία.

Σ.ΠΕΓΚΥ

Ελεύθερος είναι εκείνος που μπορεί να ζει χωρίς να λέει ψέματα.

ΑΛΜΠΕΡ ΚΑΜΥ

Η ίδια φράση από το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Νταχάου

Όπως δεν ανέχομαι να είμαι σκλάβος, έτσι δεν θέλω να είμαι ένας κυρίαρχος.

Α.ΛΙΝΚΟΛΝ

Κανένας δεν μπορεί να είναι εντελώς ελεύθερος, αν δεν είναι όλοι ελεύθεροι. Κανένας δεν μπορεί να είναι εντελώς ηθικός, αν δεν είναι όλοι ηθικοί. Κανένας δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος, αν δεν είναι όλοι ευτυχισμένοι.

Χ.ΣΠΕΝΣΕΡ

Ελευθερία σημαίνει ότι μαθαίνεις να έχεις απαιτήσεις μόνο από τον εαυτό σου, όχι από τη ζωή ή τους άλλους.

ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ

Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος, και παντού είναι αλυσοδεμένος.

Ζ.Ζ.ΡΟΥΣΣΩ


Η ελευθερία δεν αξίζει τίποτα, αν δεν συμπεριλαμβάνει την ελευθερία να κάνεις λάθη.

Μ.ΓΚΑΝΤΙ

Ο άνθρωπος κυριαρχώντας πάνω στους άλλους, χάνει τη δική του ελευθερία.

Φ.ΜΠΕΪΚΟΝ


Η ελευθερία είναι αδιαίρετη, και όταν ένας άνθρωπος είναι σκλαβωμένος, οι άλλοι δεν είναι ελεύθεροι.

ΤΖ. ΚΕΝΝΕΝΤΥ

Από την ελευθερία δεν μπορείς να κόψεις ούτε ένα κομματάκι, γιατί αμέσως όλη η ελευθερία συγκεντρώνεται μέσα σ’ αυτό το κομματάκι.

Μ. ΜΠΑΚΟΥΝΙΝ


Και σοφός θα μπορούσε να θεωρηθεί ο αφέντης εκείνος ο οποίος θα εξυπνούσε μίαν πρωίαν και θα έλεγεν εις τον υπηρέτην του: Κύριε, σε αποβάλλω της υπηρεσίας μου. Διότι δια να υπηρετείς άνθρωπον σαν και μένα, ή πολύ ηλίθιος πρέπει να είσαι, ή πολύ αχρείος.

Π. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ