Παράλογα τείχη- Αλμπέρ Καμύ

Ένα ακόμη απόσπασμα από τον σπουδαίο συγγραφέα Αλμπέρ Καμύ, που με την αιχμηρή του σκέψη κόβει την καθημερινότητα μας και ψυχαναλύει τη συμπεριφορά του παραλόγου που μας βρίσκει απροετοίμαστους τις περισσότερες φορές. Άραγε θα μπορούσε το εκπαιδευτικό σύστημα να ενσωματώσει τέτοια αποστάγματα σοφίας και να τα μεταλαμπαδεύσει στους νέους μας, που ψάχνουν διεξόδους στα πνευματικά τους αδιέξοδα;

sisyphus

Τα βαθιά συναισθήματα, όπως τα μεγάλα έργα, έχουν πάντα μεγαλύτερη σημασία απ’ αυτή που έχουν συνειδητοποιήσει πως εκφράζουν. Η συμπάθεια ή αντιπάθεια που νοιώθει μια ψυχή για κάτι οφείλεται στις συνήθειες της σκέψης ή της δράσης κι ακολουθεί τις συνέπειες που η ίδια η ψυχή αγνοεί. Τα μεγάλα συναισθήματα κουβαλάνε μαζί τους τον υπέροχο ή άθλιο κόσμο τους. Φωτίζουν με το πάθος τους έναν υπέροχο κόσμο όπου ξαναβρίσκουν το κλίμα τους. Υπάρχει ένας  κόσμος ζήλειας, φιλοδοξίας, εγωισμού ή γενναιότητας. Ένας κόσμος, δηλαδή μια μεταφυσική και πνευματική στάση. Αυτό που ισχύει για τα ήδη καθορισμένα συναισθήματα ισχύει, ακόμα πιο πολύ, για τις συγκινήσεις που βασικά είναι τόσο ακαθόριστες και συγχρόνως τόσο «καθορισμένες», τόσο μακρινές και τόσο «κοντινές» με τις συγκινήσεις που μας προσφέρουν την ομορφιά ή μας προκαλούν το συναίσθημα του παράλογου.

Το συναίσθημα του παράλογου μπορεί να χτυπήσει στο πρόσωπο οποιονδήποτε άνθρωπο στη στροφή οποιουδήποτε δρόμου. Μέσα στην τρομερή του γύμνια, στο χωρίς λάμψη φως του, είναι ασύλληπτο. Αλλά αξίζει να σκεφτούμε πάνω σ’ αυτό. Μάλλον είναι αλήθεια το ότι ένας άνθρωπος μας μένει άγνωστος για πάντα, το ότι σ’ αυτόν υπάρχει κάτι για πάντα ακαθόριστο. Γνωρίζω όμως τους ανθρώπους πρακτικά και τους γνωρίζω απ’ τη συμπεριφορά τους, απ’ τις πράξεις τους, απ’ τις συνέπειες που έχει στη ζωή το πέρασμά τους. Με τον ίδιο τρόπο μπορώ να καθορίσω πρακτικά όλα τα ακαθόριστα συναισθήματα που η ανάλυση δε θα μπορούσε να έχει καμιά επίδραση πάνω τους, να τα εξετάσω πρακτικά, να σκεφτώ τις συνέπειές τους, να συλλάβω και να καταγράψω κάθε τους μορφή, δημιουργώντας έτσι τον κόσμο τους.

Καμιά φορά, οι μεγάλες πράξεις κι οι μεγάλες σκέψεις αρχίζουν κάπως αστεία. Τα μεγάλα έργα γεννιούνται συχνά στη στροφή κάποιου δρόμου ή στο καθάρισμα ενός καφενείου. Έτσι και με το παράλογο. Περισσότερο από κάθε άλλον, ο παράλογος κόσμος έχει τις ρίζες του σ’ αυτή την άθλια γέννηση. Όταν μερικές φορές, σε μια ερώτηση που αφορά τις σκέψεις σου απαντάς: «τίποτε», ίσως να προσποιείσαι. Οι αγαπημένες υπάρξεις το ξέρουν καλά. Αν όμως η απάντηση αυτή είναι ειλικρινής, αν εκφράζει αυτό το μοναδικό ψυχικό συναίσθημα της σιωπηλής ευγλωττίας που σπάζει την αλυσίδα των καθημερινών χειρονομιών ενώ η καρδιά ψάχνει μάταια να βρει τον κρίκο που θα την ξανασυνδέσει, τότε αυτό φαίνεται πως είναι το πρώτο σημάδι του παραλογισμού.

Καμιά φορά τα σκηνικά καταρρέουν. Ξύπνημα, συγκοινωνία, τέσσερις ώρες γραφείο ή εργοστάσιο, γεύμα, συγκοινωνία, τέσσερις ώρες δουλειά, φαγητό, ύπνος και Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο, αυτός ο κύκλος επαναλαμβάνεται εύκολα στον ίδιο ρυθμό τον περισσότερο καιρό. Μια μέρα όμως γεννιέται το «γιατί» κι όλα αρχίζουν σ’ αυτή την πληκτική κούραση. «Αρχίζουν», αυτό είναι ενδιαφέρον. Στο τέλος μιας μηχανικής ζωής έρχεται η κούραση, την ίδια όμως στιγμή βάζει σε κίνηση τη συνείδηση. Τη σηκώνει απ’ τον ύπνο και προξενεί τη συνέχεια. Η συνέχεια είναι η ασυνείδητη επιστροφή στην αλυσίδα ή η οριστική αφύπνιση. Στο τέλος της αφύπνησης βρίσκεται το αποτέλεσμα που φτάνει με τον καιρό: αυτοκτονία ή αναθεώρηση. Η κούραση κλείνει μέσα της κάτι το αποκαρδιωτικό. Εδώ, είμαι υποχρεωμένος να πω πως είναι καλή. Γιατί με τη συνείδηση αρχίζουν όλα και μονάχα αυτή αξίζει. Οι παρατηρήσεις αυτές δεν έχουν καμιά πρωτοτυπία. Είναι όμως φανερές: κι αυτό φτάνει γιατί μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίσουμε καθολικά το παράλογο στις πηγές του. Με το «ενδιαφέρον» αρχίζουν όλα.

__________________________________________________________

πηγή: Ο μύθος του Σίσυφου, Αλμπέρ Καμύ

παλιότερα άρθρα για τον Καμύ:

Ο μύθος του Σίσιφου

Αφιέρωμα στον Αλμπέρ Καμύ

Ιεραρχία και κυριαρχία – Μέρος Α’

Η εμπορευματική μας κοινωνία περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κοινωνία στην ιστορία έχει καθηλώσει την ανθρώπινη κατάσταση μέσα στη σφαίρα της οικονομίας κι έχει γεννήσει συνακόλουθα μια φοβερή ιδεολογική δομή που βασίζεται πάνω στην ιδιοκτησία, την εργασία, την αγορά και την κοινωνική κατανομή των πόρων.

Ακόμα κι ο πιο βαθύτερος ψυχολογικός μας μηχανισμός της ενοχής, της θυσίας και της αυταπάρνησης- ένας μηχανισμός που είναι φανερό ότι δεν είναι μοναδικός μέσα στην ψυχή που πλάθεται απ’την αστική κοινωνία- δανείζεται το εννοιολογικό του πλαίσιο και την ορολογία του απ’την οικονομική θεωρία.

Η χρήση του όρου «υπερκαταστολή» απ’το Μαρκούζε, με τη φανερή της συγγένεια με τη Μαρξιανή κατηγορία της «υπεραξίας» αποτελεί απλώς ένα πιο εκλεπτισμένο αντίστοιχο λέξεων, όπως «επένδυση» ή «αγορά» όροι με τους οποίους εκφράζουμε την «κατανομή» των αισθημάτων μας και την ευαισθησία μας απέναντι σε αντίθετες ιδέες. Είμαστε ένας λαός που «επενδύει» τα αισθήματά του «αγοράζουμε» ή δεν «αγοράζουμε» ορισμένες απόψεις. Η συμβατική σχέση με την οποία η αστική ιδεολογία αποκτάει υπόσταση σαν η ίδια ακριβώς η ουσία της ανθρώπινης κοινωνίας, παγιδεύει τη σκέψη μας μέσα σε ένα δίκτυο ισοδυναμιών κι «αγοραπωλησιών» που φθάνει στην ιδεολογική του τελειότητα στη θεωρία της μίμησης των κομπιούτερ κι ακόμα και σε ουτοπικά οράματα όπως η αντίληψη του Προυντόν για μια μουτουελιστική κοινωνία.

Ζούμε κάτω από μια εννοιολογική τυραννία που προϋποθέτει πάντα ότι δεν έχει ακόμα εξηγηθεί κι αναγνωρίζει ότι δεν έχει ακόμα δημιουργηθεί. Η εξουσία της λογικής, απ’αυτή την άποψη, είναι μια μορφή εξουσίας κι ακόμα περισσότερο απ’αυτή η εξουσία των λέξεων. Οι λέξεις «ιεραρχία» και «κυριαρχία» ιδιαίτερα, που υπονοούν την έννοια της υποταγής, είναι κι οι ίδιες υποταγμένες λέξεις με την έννοια ότι η ίδια τους η πανταχού παρουσία αποτελεί ένα προϊόν της αστικής αντικειμενοποίησης.

Αν χρησιμοποιηθούν από κοινού, προεκτεινόμενες σ’ολόκληρο τον κόσμο της φύσης και της κοινωνίας, προσφέρουν τα μέσα για τη διάλυση της κοινωνίας και τη μετατροπή της σε φύση και για την επικύρωση του αταβιστικού «φυσιοκρατισμού» των σημερινών εθνολογικών θεωριών της παγκόσμιας κυριαρχίας. Αν πρόκειται να απελευθερωθούν αυτές οι λέξεις- κι ακόμα περισσότερο, για να απελευθερωθούμε απ’τις συνθήκες που συνηθίζουν να υπονοούν- πρέπει να αρχίσουμε να τους προσδίδουμε ένα αυστηρότερο κοινωνικό και θεσμικό περιεχόμενο απ’ότι έχουν σήμερα.

Η ιεραρχία και η κυριαρχία με την έννοια που επικρατούν στη σύγχρονη κοινωνία δεν υπάρχουν στον φυσικό κόσμο– παρόλο που μ’ένα ορισμένο βαθμό δικαιολόγησης, μπορεί κανείς να κάνει παραλληλισμούς που πιθανόν να πρόσφεραν την πρώτη ύλη για την ανθρώπινη επιθετικότητα. Αυτό ισοδυναμεί με το να πούμε ότι, αν σαν ανθρώπινα όντα έιμαστε επίσης και ζώα, είναι εξίσου αληθινό ότι τα ζώα δεν είναι ανθρώπινα όντα. Στο μέτρο που μια ζωϊκή κοινότητα αποκτάει μια δομή σύμφωνα με τις μορφές της υπεροχής στις σεξουαλικές σχέσεις και στην προσιτότητα της τροφής, η ιεραρχία και η κυριαρχία ποικίλουν σ’ένα διαφορετικό βαθμό, απ’την απλή επιθετικότητα του ατόμου (μια θετική αξία για την επιβίωση του ατόμου) ως την προστασία της κοινότητας (μια θετική αξία για την επιβίωση της ομάδας).

Πραγματικά καθώς η τελευταία γίνεται όλο και πιο σημαντική απ’την προηγούμενη, καθώς η φυλογενετική γίνεται πιο σημαντική απότι η οντογενετική, θα προωθούσα την άποψη ότι ο σιωπηρός «εγωισμός» που ανακαλύπτουμε στην ιεραρχία των ζώων, παραχωρεί την θέση του σε ιδιότητες που αποδίδουμε στην κηδεμονία. Υπάρχει μια θεμελιακή διαφορά ανάμεσα στην τάξη των πουλερικών, η οποία συνεπάγεται κάτι παραπάνω από την επιβίωση του ισχυρότερου και του πιο επιθετικού και στην ιεραρχία ανάμεσα σε μια ομάδα πιθήκων η οποία σχηματίζει τη δομή για μια συντονιζόμενη από κοινού προστατευόμενη οντότητα.

Το κοινωνικό status quo στην αμερικανική κοινωνία..

Στο βαθμό που η ιεραρχία υπάρχει πραγματικά μέσα στο ζωικό κόσμο, φαίνεται να εξελίσσεται από την επιβίωση του ατόμου στην επιβίωση της ομάδας απ’το ατομικό στο κοινωνικό και διαδίδεται σ’ έναν αυξανόμενο βαθμό ανάμεσα στους ανθρωποειδείς πιθήκους. Στην πραγματικότητα, η εξάρτηση ανάμεσα στα άτομα που υπάρχει σ’αυτό το γεννώμενο κοινωνικό επίπεδο, συνίσταται πρωταρχικά στην εξάρτηση των μικρών απ’τη μητέρα- που σχηματίζει τη βασική κοινωνική μονάδα ανάμεσα σ’ όλους τους ανθρωποειδείς πιθήκους-και κατά δεύτερο λόγο, στην εξάρτηση και των δύο για προστασία από τους ενήλικους αρσενικούς. Εκτός από την ικανοποίηση των σεξουαλικών αναγκών, η ροή της σύμπραξης συγκλίνει στο αρσενικό- οι σχέσεις δεν είναι αμοιβαίες ή συμμετρικές.

Με την ανθρώπινη κοινωνία, ιδιαίτερα στις πρώτες φάσεις της, αυτή η εικόνα αλλάζει θεμελιακά. Η εργασιακή διαδικασία ενώνει και τα δύο φύλα σε μια σχέση αλληλεξάρτησης- πραγματικά οροθετεί τις σφαίρες τους με θαυμαστό σφρίγος, σύμφωνα μ’ έναν αυστηρό σεξουαλικό καταμερισμό της εργασίας. Στην πραγματικότητα, στις περισσότερες πρωτόγονοες κοινότητες, η γυναίκα είναι εκείνη που προμηθεύει τη μεγαλύτερη ποσότητα τροφής στην πορεία των δραστηριοτήτων της συλλογής τροφής.

Η εργασία της είναι εκτατική, ενώ η εργασία του άντρα εντατική. Η σημασία αυτού του καταμερισμού- κι η αλληλεξάρτηση που συνεπάγεται- δύσκολα μπορεί να υποτιμηθεί. Λιγότερο ευκίνητη απ’ ότι ο αρσενικός, η γυναίκα καταλαμβάνει την οικιακή σφαίρα κι ο άντρας την κοινοτική. Ρυθμίζει τις υλικές συνθήκες της ζωής και την αναπαραγωγή στην οποία ο άντρας απλώς συμμετέχει- ο τελευταίος με τη σειρά του εφοδιάζει αυτή τη σφαίρα με το κυνήγι του, μια λειτουργία που αποτελεί συνέπεια της μεγαλύτερης ευκινησίας και δυναμής του και περιφρουρεί την κοινότητα σαν σύνολο. Στη σφαίρα του ανήκει το κυνήγι, η θρησκευτική τελετουργία κι ο πόλεμος- στην δική της η διατήρηση κι η αναπαραγωγή της ζωής.

Το βασικό χαρακτηριστικό της κοινωνικής ζωής σ’αυτό το επίπεδο είναι η υπεροχή της γυναικείας σφαίρας. Η πολιτική κοινωνία στηρίζεται άμεσα στην οικιακή κοινωνία. Μιλώντας αντικειμενικά, η κιονωνία σα σύνολο είναι μητροκεντρική κι όχι τυχαία, ο συμβολισμός της περιστρέφεται γύρω από δυνάμεις που συσχετίζονται με τη γυναίκα. Ο Λεβύ Στρως μας παραπλανά όταν υποστηρίζει ότι η πατριαρχία δεν έχει κανένα αντίστοιχό της στη μητριαρχία, γιατί η ίδια ακριβώς η ουσία αυτού του μητροκεντρικού κόσμου είναι ότι φθείρει την κυριαρχία σαν τέτοια. Μέσα σε έναν χώρο που δεν έχει διαμορφωθεί η κυριαρχία, και που πολύ περισσότερο δεν έχει καθοριστεί, οι πολώσεις στις οποίες η στρουκτουραλιστική ανθρωπολογία δίνει μια τέτοια έμφαση είναι απλώς ασήμαντες. Αν πρέπει να αναζητήσουμε πολώσεις, δεν υπάρχουν ανάμεσα στην πατριαρχία και τη μητριαρχία- σε μια μορφή κυριαρχίας και σε μια άλλη- αλλά ανάμεσα στην κυριαρχία και την αναρχία, ανάμεσα στην παρουσία και στην απουσία της κυριαρχίας.

η ιεράρχηση των ανθρώπινων αναγκών κατά τον maslow

Συνακόλουθα, πρέπει να προσπαθήσουμε να οραματιστούμε μια κοινωνία στην οποία δεν έχει ακόμα εδραιωθεί η εξουσία ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο, στην οποία μια μορφοποιημένη αντίληψη ενός τρόπου κοινωνικότητας έχει εξαφανίσει τον αντίκτυπο της ζωϊκής κυριαρχίας και ιεραρχίας. Εδώ η σχέση μητέρας-παιδιού, όπως εκφράζεται στο δεσμό της αιματοσυγγένειας, δημιουργεί την ανατομία ακόμα και της πολιτικής κοινωνίας. Είναι ασυνήθιστο, κατά τη γνώμη μου, το πόσο εύκολα παραγνωρίζουμε το ίδιο ακριβώς το γεγονός της μητρογραμμικής αιματοσυγγένειας. Το ότι οι άντρες ανακαλύπτουν τους ίδιους τους γενεαλογικούς δεσμούς, ο ένας με τον άλλο, στην προέλευσή τους από μια κοινή μήτρα- το ότι η πιο αρχέγονη κοινωνική τους έννοια είναι το αίμα και μάλιστα το αίμα της προγονικής μητέρας μάλλον, παρά του φρεσκοσκοτωμένου θηράματος- αυτός ο πρόδρομος της συνειδητής κοινωνικοποίησης είναι πιο αρχέτυπος απ’ ότι οποιεσδήποτε δομικές διαστροφές που επιβλήθηκαν σταδιακά επάνω του.

Γιατί η ίδια ακριβώς η ουσία αυτής της συνένωσης αποκαλύπτει τη σχέση της μητρικής ανατροφής, τις στοργικές φροντίδες που αποκαλύπτουν την πιο κεντρική ουσία της αυθεντικής κοινωνικοποίησης–  μια ανιδιοτελή αγάπη που διαμόρφωσε κι αναζωογόνησε την κοινωνία, πολύ πριν η ανθρωπότητα αρχίσει να μπλέκεται μέσα στις ισοτιμίες των δικαιωμάτων και των καθηκόντων.

________________________________________________________________________________________
πηγή: Ιεραρχία και κυριαρχία, Μπούκτσιν Μαρραίη

Ιστορίες-διδάγματα αρχαίων ελλήνων

Ο φιλόσοφος Αντισθένης συμβούλευε τους Αθηναίους να ανακηρύξουν με την ψήφο τους τα γαϊδούρια σε άλογα. Και όταν του είπαν ότι κάτι τέτοιο είναι έξω από κάθε λογική, ο Αντισθένης παρατήρησησε:
«Μήπως και στρατηγούς δεν αναδεικνύετε άντρες απλώς με την ψήφο σας και χωρίς να έχουν πάρει καμία απολύτως εκπαίδευση;

Ο Διογένης ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν τον ρώτησαν γιατί κάνει κάτι τέτοιο, απάντησε:
«Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων.»

Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να φυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Έβαλε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε:
«Κανένα κακό να μη μπει στο σπίτι αυτό».
Ο Διογένης διάβασε την επιγραφή και απόρησε:
«Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει; »

Ο Μ.Αλέξανδρος έστειλε στον Φωκίωνα 100 τάλαντα. Ο αθηναίος πολιτικός ρώτησε τους ανθρώπους που του έφεραν το μεγάλο αυτό ποσό:
«Γιατί ο Αλέξανδρος διάλεξε εμένα απ’ όλους τους Αθηναίους για να μου χαρίσει 100 τάλαντα; »
Οι απεσταλμένοι απάντησαν:
«Γιατί μόνο εσένα θεωρεί έντιμο άνθρωπο»
Ο Φωκίωνας αρνήθηκε το δώρο λέγοντας:
«Ας μ’αφήσει λοιπόν και να είμαι και να φαίνομαι έντιμος».

Παρακινούσαν τον Φίλιππο της Μακεδονίας να εξορίσει  κάποιον που τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε:
«Δεν είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’άλλα μέρη; »

Είπαν στον Σωκράτη ότι κάποιος έλεγε άσχημα λόγια γι’αυτόν. Ο Σωκράτης απάντησε:
«Καθόλου παράδοξο. Ποτέ του δεν έμαθε να λέει καλά λόγια».

Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν. Ο φιλόσοφος απάντησε:
«Καθόλου δεν με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».

Επέστρεφε ο Διογένης από τους Ολυμπιακούς αγώνες και ένας τον ρώτησε, αν ήταν εκεί πολύς κόσμος. Ο Διογένης αποκρίθηκε:
«Κοσμος υπήρχε πολύς, άνθρωποι όμως λίγοι»

Ρώτησαν τον φιλόσοφο Στίλπωνα, αν υπάρχει κάτι πιο ψυχρό από ένα άγαλμα.
«Ναι» είπε, «ένας αναίσθητος άνθρωπος».

Ένα φίδι τυλίχθηκε γύρω από το κλειδί μιας πόρτας. Οι μάντεις χαρακτήρισαν το γεγονός θαύμα. Ο Λεωτυχίδης όμως, βασιλιάς της Σπάρτης, θεώρησε αδικαιολόγητο τον χαρακτηρισμό.
«Για μένα θαύμα θα ήταν», είπε «αν τυλιγόταν το κλειδί γύρω από το φίδι και όχι το φίδι γύρω από το κλείδι».

Κάποτε ο Διογένης είδε μια γυναίκα να σκύβει πάρα πολύ μπροστά στα αγάλματα των θεών. Θέλοντας να την απαλλάξει από την θρησκοληψία, την πλησίασε και της είπε:
«Μη σκύβεις τόσο πολύ κυρά μου, γιατί κάποτε ο θεός θα σταθεί πίσω σου και θα δει άσχημα πράγματα».

Ο φιλόσοφος Στίλπωνας κλήθηκε στον Άρειο Πάγο για να βεβαιώσει αν πραγματικά είπε ότι η Αθηνά δεν είναι θεός..
«Και βέβαια δεν είναι θεός, θεά είναι, αφού είναι γυναίκα» είπε.
Όταν το άκουσε ο Θεόδωρος, ο λεγόμενος «άθεος», τον ειρωνεύτηκε λέγοντας:
«Απο πού το γνώριζε ο Στίλπωνας; Ή μήπως σήκωσε τον χιτώνα της Αθηνάς και είδε τον κήπο της; »

Έδειξαν στον Διαγόρα τον «άθεο» τα πολλά αφιερώματα ανθρώπων που είχαν σωθεί από ναυάγια με τη βοήθεια των θεών. Ο Διαγόρας απάντησε:
«Αν οι θεοί φρόντιζαν να σώσουν και όσους πνίγηκαν, τότε θα βλέπατε πολύ περισσότερα αφιερώματα».

Όταν ο Διογένης είδε έναν νεαρό να φιλοσοφεί του είπε:
«Σου αξίζει έπαινος νεαρέ, γιατί στρέφεις το ενδιαφέρον των εραστών από την ομορφιά του σώματος στην ομορφιά της ψυχής σου»

Ένας φτωχός πλησίασε τον Σωκράτη και του είπε:
«Θέλω να γίνω μαθητής σου, αλλά δεν έχω τίποτε, το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω είναι ο εαυτός μου»
Ο Σωκράτης του απαντά:
«Δεν καταλαβαίνεις λοιπόν ότι μου δίνεις το πιο σπουδαίο πράγμα;»

Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιό του. Ο φιλόσοφος ζήτησε ως αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό.
«Με τόσα χρήματα», είπε,»θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο».
«Αγόρασε», είπε ο Αρίστιππος, «κι έτσι θα έχεις δύο».

Προσπαθούσε ο Ζήνων ο Ελεάτης να αποδείξει στον Αντισθένη με περίπλοκα και σοφιστικά επιχειρήματα ότι δεν υπάρχει κίνηση. Ο Αντισθένης άρχισε να βαδίζει, ενώ συγχρόνως ρωτούσε τον Ζήνωνα:
«Δεν νομίζεις ότι τα γεγονότα είναι πιο ισχυρά από τα επιχειρήματά σου;»

Υπερηφανευόταν κάποιος σε μια παρέα και έλεγε ότι είχε πάρος μέρος σε πολλούς αγώνες σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας και είχε πραγματοποιήσει εξαιρετικές αθλητικές επιδόσεις. Στη Ρόδο μάλιστα είχε κάνει ένα μεγάλο άλμα που κανένας Ολυμπιονίκης δεν είχε κάνει ως τότε. Ένας από την παρέα του είπε:
«Κι εδώ Ρόδος είναι. Γιατί δεν κάνεις το άλμα σου;»

Ένας Αθηναίος ταξίδευε με πλοίο με πολλούς άλλους. Ξέσπασε όμως δυνατή τρικυμία και το πλοίο ανατράπηκε. Όλοι προσπαθούσαν να σωθούν κολυμπώντας, ο Αθηναίος όμως έχανε τον καιρό του καλώντας την θεά Αθηνά σε βοήθεια. Ένας από τους ναυαγούς, που κολυμπούσε κοντά του, του είπε:
«Φώναζε την Αθηνά, μα κούνα και τα χέρια σου».

Όταν είδε ο Διογένης κρατικούς ταμίες να έχουν πιάσει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε:
«Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει τον μικρό κλέφτη»

Ρώτησε κάποιος τον Διογένη ποιάς πόλης είναι πολίτης κι αυτός απάντησε:
«Είμαι πολίτης του κόσμου»

Η Ξανθίππη λέει στον Σωκράτη:
«Άδικα σε καταδίκασαν σε θάνατο»
Κι ο Σωκράτης:
«Αλίμονο κι αν η καταδίκη μου ήταν δίκαιη»

Ο Πλάτωνας επέπληξε κάποιον γιατί έπαιζε κύβους. Εκείνος δικαιολογήθηκε:
«Τα ποσά που παίζω στο παιχνίδι είναι ασήμαντα»
Ο Πλάτωνας του παρατήρησε:
«Η συνήθεια όμως να παίζεις δεν είναι καθόλου κάτι ασήμαντο»

Ρώτησαν τον Διογένη:
«Γιατί οι αθλητές είναι αναίσθητοι; »
Ο Διογένης τους έδωσε την εξήγηση:
«Γιατί τα σώματά τους ξαναφτιάχνονται με κρέατα χοιρινά και βοδινά»

Μια μέρα η Ξανθίππη έβαλε τις φωνές στον Σωκράτη και στην συνέχεια άδειασε πάνω του μια λεκάνη νερό. Ο Σωκράτης ατάραχος είπε:
«Η Ξανθίππη κάνει ό,τι και ο Δίας: πρώτα βροντά και ύστερα βρέχει»

πηγή: Αρχαία Ελληνικά Ανέκδοτα, Σωκράτης Γκίκας